Παρουσίαση Καθ. Γιώργου Αλογοσκούφη, στην Ημερίδα του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας για τον Προϋπολογισμό του 2023.

13 Δεκεμβρίου 2022

Βίντεο της Εκδήλωσης του ΟΕΕ για τον Προϋπολογισμό του 2023

_____________________________________________________

Με την συνεχιζόμενη άνοδο του πληθωρισμού και τον πόλεμο στην Ουκρανία, η παγκόσμια οικονομία φαίνεται να έχει μπει και πάλι σε ένα φαύλο κύκλο. Μετά την διστακτική ανάκαμψη του 2021 και την επιβράδυνση του 2022, το 2023 χαρακτηρίζεται από σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους.

Σε μια παγκόσμια οικονομία που έχει ήδη αποδυναμωθεί από την πανδημία, ο υψηλότερος από τον αναμενόμενο πληθωρισμός σε όλο τον κόσμο –ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες––έχει οδηγήσει σε πιο περιοριστικές χρηματοοικονομικές συνθήκες λόγω της πρόσφατης και συνεχιζόμενης ανόδου των επιτοκίων των Κεντρικών Τραπεζών. Από την άλλη, η επιβράδυνση στην Κίνα είναι χειρότερη από ότι αναμενόταν, λόγω των lockdown που έχουν υιοθετηθεί. Σε όλα αυτά προστίθενται και μία σειρά από αρνητικές συνέπειες από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ιδιαίτερα για την Ευρώπη.

Η πρόσφατη νέα εκτίμηση από το ΔΝΤ προβλέπει επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης στην παγκόσμια οικονομία από 6,0% το 2021 σε 3,2% το 2022 και 2,7% το 2023. Η οικονομία της Ευρωζώνης αναμένεται να αναπτυχθεί μόλις 0,5% το 2023, χωρίς να αποκλείεται και η ύφεση, μία πρόβλεψη που αντικατοπτρίζει τις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αυστηρότερη νομισματική πολιτική (βλ. Πίνακα 1).

Παράλληλα, ο γεωπολιτικός κατακερματισμός θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά το παγκόσμιο εμπόριο και την παγκόσμια οικονομική συνεργασία οδηγώντας σε ακόμη μεγαλύτερη επιβράδυνση ή και ύφεση.

Ο παγκόσμιος πληθωρισμός έχει αναθεωρηθεί προς τα πάνω λόγω των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας καθώς και των παρατεταμένων ανισορροπιών της παγκόσμιας προσφοράς-ζήτησης. Για το 2022 εκτιμάται στο 7,2% για τις προηγμένες οικονομίες και στο 9,9 τοις εκατό για τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες. Η αποκλιμάκωση για το 2023 αναμένεται να είναι μεγαλύτερη στις αναπτυγμένες οικονομίες, λόγω της ανόδου των επιτοκίων των κεντρικών τους τραπεζών. Για την Ευρωζώνη ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί στο 8,3% το 2022 και να αποκλιμακωθεί στο 5,7% το 2023. Για την Ελλάδα ο πληθωρισμός εκτιμάται στο 9,2% το 2022, πριν αποκλιμακωθεί στο 3,2% το 2023.

Εξέλιξη Ετήσιου Ποσοστού Πληθωρισμού στην Ελλάδα

Advertisements

blob:https://economichistorygreece.wordpress.com/d3815d58-38db-4d76-9714-c5ab95b92d0a

REPORT THIS ADΑΠΌΡΡΗΤΟ

Η μεγάλη άνοδος του πληθωρισμού σημαίνει ότι η αντιμετώπιση του θα πρέπει να παραμείνει ως η πρώτη προτεραιότητα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική έχει αναπόφευκτα οικονομικό κόστος για την πραγματική οικονομία, αλλά περαιτέρω καθυστέρηση στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού δεν δικαιολογείται.

Η στοχευμένη δημοσιονομική στήριξη θα μπορούσε να βοηθήσει στο να μετριαστεί ο αντίκτυπος στους πιο ευάλωτους, αλλά με τους κρατικούς προϋπολογισμούς να βρίσκονται στο όριο λόγω της πανδημίας και την ανάγκη για μια γενικότερα αντιπληθωριστική στάση της μακροοικονομικής πολιτικής, επιβάλλεται ότι τέτοιες πολιτικές δεν έχουν μεγάλα περιθώρια.

Οι βραχυχρόνιες προοπτικές είναι σχετικά δυσοίωνες και για την Ελλάδα, λόγω της μεγαλύτερης από τον μέσο όρο αύξησης του πληθωρισμού, των στενών περιθωρίων του κρατικού προϋπολογισμού και της σημαντικής επιδείνωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να παραμείνει στο επίπεδο του 6,5% του ΑΕΠ για την διετία 2022-2023, παρά την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.

Για μία χώρα με τόσο μεγάλο εξωτερικό χρέος η δυσμενής εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Υποδεικνύει ότι τα σημαντικά προβλήματα χαμηλής διεθνούς ανταγωνιστικότητας που διαχρονικά χαρακτήριζαν την ελληνική οικονομία δεν έχουν αντιμετωπιστεί, παρά τα προγράμματα προσαρμογής της τελευταίας δεκαετίας.

Εξέλιξη Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών (% του ΑΕΠ) και Διεθνούς Ανταγωνιστικότητας (βασισμένης στο σχετικό μοναδιαίο κόστος εργασίας σε σχέση τις χώρες της ΕΕ των 15)

Οι μεσοχρόνιες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα πάντα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ δεν φαίνεται να είναι και πολύ καλύτερες (βλ. Πίνακα 2). Για την πενταετία 2023-2027 προβλέπεται ένας μέσος ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ 1,8%, μικρή αποκλιμάκωση της ανεργίας, από 12,2% του εργατικού δυναμικού το 2023 στο 10,4% το 2027, μέσος πληθωρισμός 2,0% περίπου, μικρή βελτίωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από 6,3% του ΑΕΠ το 2023 σε 3,9% το 2027 και μέσο κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους (επιτόκιο) 1,7%. Οι προβλέψεις για το ρυθμό μεγέθυνσης και την αποκλιμάκωση της ανεργίας είναι απογοητευτικές, όπως και οι προβλέψεις για την εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Είναι συνεπώς επιτακτική ανάγκη να υπάρξει προσπάθεια για ταχύτερη ανάκαμψη και μεγαλύτερη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με αυτές τις προβλέψεις.

Σε μεσοχρόνιο ορίζοντα το πρόβλημα της επιτάχυνσης της οικονομικής ανάκαμψης με βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, όπως και το πρόβλημα της αποκλιμάκωσης του λόγου του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ αποτελούν τις κυριότερες προκλήσεις της οικονομικής πολιτικής.

Πως όμως θα επιτευχθεί η οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη, σε περίοδο μάλιστα που ο ελληνικός πληθυσμός μειώνεται. Οι κυριότερες προτεραιότητες πρέπει να είναι οι περαιτέρω προσπάθειες για μείωση της ανεργίας, η αύξηση της συμμετοχής του πληθυσμού, ιδιαίτερα των νέων και των γυναικών, στο εργατικό δυναμικό, η αντιστροφή της μετανάστευσης εξειδικευμένων νέων Ελλήνων στο εξωτερικό και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση των επενδύσεων, της παραγωγικότητας και της έρευνας και καινοτομίας. Παράλληλα πρέπει να επιχειρηθεί και η σταδιακή αντιστροφή των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων.

Εξέλιξη του Πραγματικού ΑΕΠ (δις ευρώ 2015, λογαριθμική κλίμακα)

Η Ελλάδα έχει από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας και ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής των νέων και των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Η ένταση των πολιτικών μείωσης της ανεργίας και η παροχή ισχυρών οικονομικών και κοινωνικών κινήτρων για την αύξηση των ποσοστών συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του ΑΕΠ ακόμη και χωρίς αύξηση της μέσης παραγωγικότητας της εργασίας. Η αντιστροφή της τάσης μετανάστευσης στο εξωτερικό εξειδικευμένων νέων Ελλήνων, μίας τάσης που ενισχύθηκε στην περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης της περιόδου μετά το 2010, θα έχει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα καθώς οι εξειδικευμένοι αυτοί μετανάστες είναι πολύ πιο παραγωγικοί από τον μέσο όρο των Ελλήνων εργαζομένων.

Εξέλιξη Ποσοστού Ανεργίας

Ακόμη πιο σημαντικές όμως είναι οι αναπτυξιακές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε αύξηση των επενδύσεων, της παραγωγικότητας και της τεχνικής προόδου. Οι επενδύσεις στην Ελλάδα, κυρίως μετά την κρίση του 2010, είναι σε απελπιστικά χαμηλά επίπεδα. Το ίδιο και ο ρυθμός αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας και τεχνικής προόδου. Η κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της την έκθεση Πισσαρίδη, η οποία προτείνει μία σειρά από κατάλληλες μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν, αν υιοθετηθούν, να οδηγήσουν σε μία νέα περίοδο υψηλής ανάπτυξης. Αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις αναλύονται στο βιβλίο μου Πριν και Μετά το Ευρώ (Εκδόσεις Gutenberg, 2021) και από πολλούς άλλους οικονομολόγους.

Επιπλέον, με την Ελλάδα να μην μπορεί να προσφύγει σε υποτίμηση του νομίσματος, λόγω της συμμετοχής της στην ευρωζώνη, η σταδιακή βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας απαιτεί αυξήσεις των ονομαστικών αποδοχών που να υπολείπονται του αθροίσματος του πληθωρισμού και του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Δεδομένου ότι στις μεσοχρόνιες προβλέψεις του για την περίοδο 2023-2027 το ΔΝΤ προβλέπει για την Ελλάδα μέσο πληθωρισμό 2,0% περίπου, και ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας (πραγματικό ΑΕΠ ανά εργαζόμενο) 1,5% περίπου, για να υπάρξει μία έστω και μικρή βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας οι μέσες αυξήσεις των ονομαστικών αποδοχών δεν θα πρέπει να ξεπερνούν το 3% το χρόνο για ολόκληρη της επόμενη πενταετία. Μόνο αν υπάρχει ταχύτερη οικονομική μεγέθυνση θα υπάρξουν περιθώρια για ταχύτερες αυξήσεις των μισθών.

Τέλος, προκειμένου να αποκλιμακωθεί το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ απαιτείται η διατήρηση σχετικά υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για αρκετά χρόνια αλλά και η επιτάχυνση των ρυθμών μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Δεδομένου ότι μετά την πανδημία το δημόσιο χρέος έχει φθάσει στο 200% του ΑΕΠ περίπου, τα πρωτογενή πλεονάσματα θα πρέπει να είναι υπερδιπλάσια από τη διαφορά επιτοκίων και ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας.

Στις μεσοχρόνιες προβλέψεις του για την πενταετία 2023-2027 το ΔΝΤ βασίζεται σε αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1,6% του ΑΕΠ, με αφετηρία ένα πρωτογενές πλεόνασμα 0,9% του ΑΕΠ για το 2023 (βλ. Πίνακα 2). Αυτά οδηγούν σε αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ από το 200% του ΑΕΠ περίπου το 2021 στο 150% το 2027.

Εξέλιξη Χρέους Γενικής Κυβέρνησης (% του ΑΕΠ)

Οι ρυθμίσεις του 2012 είναι αυτές που επιτρέπουν σήμερα στην Ελλάδα να έχει εξαιρετικά χαμηλό μέσο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της και να μην χρειάζεται να προσφύγει σε ακόμη υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Ωστόσο, σε μερικά χρόνια οι ρυθμίσεις αυτές θα λήξουν και η χώρα θα πρέπει, αφενός να έχει μειώσει το τεράστιο σημερινό χρέος της και, αφετέρου, να συνεχίσει να διατηρεί σχετικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα προκειμένου να συνεχισθεί η αποκλιμάκωσή του.

Αν θέλουμε να συνεχίσουμε να έχουμε σχετικά ταχεία μείωση του χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ και στην περίοδο που το κόστος εξυπηρέτησης του θα αρχίσει να αυξάνεται, θα πρέπει επίσης να προωθήσουμε από τώρα τις διαρθρωτικές εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν την ελληνική οικονομία σε ταχύτερη ανάκαμψη. Η δημιουργία και διατήρηση επαρκών πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σε ταχύτερη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι τα δύο κρίσιμα κλειδιά για την αντιμετώπιση και του προβλήματος του δημοσίου χρέους στα επόμενα δέκα με δεκαπέντε χρόνια.

Ωστόσο, οι μεσοχρόνιες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας δεν εξαρτώνται μόνο από την εγχώρια οικονομική πολιτική και τις εγχώριες μεταρρυθμίσεις. Απαιτούνται επιπλέον μεταρρυθμίσεις και σε επίπεδο ευρωζώνης, με την αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού και την ενίσχυση του ρόλου της ΕΚΤ ως δανειστή ύστατης προσφυγής σε περιόδους κρίσεων. Η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να επιδιώκει τη στενότερη οικονομική συνεργασία στα πλαίσια της αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύνδεσμος στην Έκδοση με τις Θέσεις του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας για τον Προϋπολογισμό του 2023

Σύνδεσμος στην Σχετική Εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας

Advertisement